веселеть - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

веселеть - translation to πορτογαλικά


веселеть      
alegrar-se, ficar (mais) alegre
- Só? que idéia engraçada! Não venho muito freqüentemente para cá. Fico em Londres. Famílias são como pragas. Interferem demais na vida da gente. É muito melhor ficar sozinha em Londres.      
- Одиноко? Вот уж нет! Вы ведь знаете, я тут подолгу не живу. Все больше в Лондоне. А с родственниками обычно одна морока. Во все суются, вмешиваются. Нет, одной веселей.

Ορισμός

ВЕСЕЛЕТЬ
становиться веселым, веселее.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για веселеть
1. В словарях слова с буквой n размещаются в общем алфавите с буквой е, напр.: еле, елейный, елка, еловый, елозить, елочка, елочный, ель; веселеть, веселить(ся), веселость, веселый, веселье.
2. Видимо, по серии на номерных знаках догадался, что мы издалека. «В смысле, сколько бензина потратили?» – уточняем мы. «Да, нет, сколько отдали гаишникам?!» Мы назвали сумму, и новый знакомый начинает веселеть.